Το θέμα της διατήρησης της γονιμότητας μπαίνει όλο και περισσότερο στον οικογενειακό προγραμματισμό των γυναικών που διαγιγνώσκονται με κακοήθεια.
Στις μέρες μας, με δεδομένα την έγκαιρη διάγνωση που προκύπτει από τη σωστή ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση των γυναικών, τις εξετάσεις πληθυσμιακού ελέγχου, όπως η μαστογραφία, αλλά και την αλματώδη ανάπτυξη της ογκολογίας και των φαρμάκων στη θεραπεία του καρκίνου, οι γυναίκες μπορούν να αντιμετωπίσουν άμεσα την κακοήθεια και πολλές φορές μάλιστα, να επιτύχουν και την πλήρη ίαση.
Όμως, κατά τη διαδικασία της θεραπείας τους, εγείρονται και άλλα ζητήματα, όπως η διατήρηση της γονιμότητας τους σε χρόνο μεταγενέστερο της θεραπείας τους. Πρόκειται για ένα ζήτημα ιδιαιτέρα σημαντικό και επίκαιρο, καθώς όλο και περισσότερες γυναίκες κάτω των 45 ετών που θα βρεθούν αντιμέτωπες με μια κακοήθεια μπορεί να μην έχουν ολοκληρώσει την οικογένειά τους, ή έχουν αποφασίσει να μεταθέσουν χρονικά την απόκτηση παιδιού σε μεγαλύτερη ηλικία.
“Oncofertility”
«Το θέμα της διατήρησης της γονιμότητας είναι βαθιά ανθρώπινο και μπαίνει όλο και περισσότερο στο ογκολογικό σκεπτικό αλλά και στον οικογενειακό προγραμματισμό των γυναικών που διαγιγνώσκονται με κακοήθεια, καθώς ακολουθούν θεραπείες που δεν τους επιτρέπουν τη φυσική σύλληψη. Αυτό το ζήτημα άπτεται του κλάδου της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, ο οποίος ονομάζεται “oncofertility” και περιλαμβάνει ογκολογικά περιστατικά γυναικών νεαρής ηλικίας» επισημαίνει ο κ. Νικόλαος Σκαμπαρδώνης Ειδικός Ανθρώπινης αναπαραγωγής. Επιμελητής Μονάδας Γυναικολογικής Ογκολογίας του Metropolitan Hospital στο Τμήμα Γυναίκας – Μαστού.
Οι επιλογές για τη διατήρηση της γονιμότητας
Όταν μία γυναίκα διαγιγνώσκεται με κακοήθεια καλείται να λάβει αιφνιδίως αποφάσεις που αφορούν, όχι μόνο στη θεραπεία της, αλλά και στη διατήρηση της γονιμότητάς της σε μεταγενέστερο χρόνο. Πλέον, ο τρόπος με τον οποίο επιτυγχάνεται η διατήρηση της γονιμότητας είναι η κατάψυξη βιολογικού υλικού και συγκεκριμένα η κατάψυξη ωαρίων ή εμβρύων, ενώ σπανιότερα, σε επιλεγμένα περιστατικά, γίνεται κατάψυξη ωοθηκικού ιστού.
«Η διαδικασία της κατάψυξης τοποθετείται χρονικά μετά την πρωτογενή χειρουργική παρέμβαση και πριν την έναρξη της επικουρικής θεραπείας, είτε είναι χημειοθεραπεία, είτε ακτινοθεραπεία, είτε ορμονοθεραπεία. Αυτή η διαδικασία χρειάζεται γύρω στις δέκα με δεκαπέντε ημέρες, και δεν καθυστερεί τη θεραπεία της γυναίκας που θα την επιλέξει. Είναι μια εύκολη, ανώδυνη, ασφαλής και αποτελεσματική διαδικασία, η οποία -αν και παρουσιάζει κοινά με την εξωσωματική γονιμοποίηση- χρησιμοποιεί εξειδικευμένα πρωτόκολλα και φάρμακα, προσανατολισμένα στο να ελαττώνουν το ορμονικό αποτύπωμα της διαδικασίας στο σώμα της γυναίκας, και να εξαλείψουν οποιαδήποτε πιθανή αρνητική επίπτωση της διαδικασίας στη βιολογική πορεία της νόσου», τονίζει ο ειδικός.
Γονιμότητα μετά την θεραπεία της κακοήθειας
«Όταν πλέον μία γυναίκα με κακοήθεια έχει ιαθεί, μπορεί να είναι ξανά γόνιμη. Ωστόσο, αυτό προϋποθέτει μία χειρουργική παρέμβαση προσανατολισμένη στη διαφύλαξη του γενετικού της συστήματος, καθώς και μιας θεραπείας που δεν θα έχει σοβαρή επίπτωση πάνω στον ωοθηκικό ιστό της και συνεπώς δεν θα της προκαλέσει τόσο σοβαρή βλάβη ώστε η φυσική σύλληψη να είναι αδύνατη.
Στο Τμήμα Μαστού & Γυναίκας του θεραπευτηρίου μας, σε συνεργασία με τους ογκολόγους και τους χειρουργούς, αντιμετωπίζουμε καθημερινά πληθώρα τέτοιων περιστατικών προσφέροντας εξατομικευμένες λύσεις στις ασθενείς μας», καταλήγει ο κ. Σκαμπαρδώνης.