Τη μέρα που πήγαινα να ζητήσω διαζύγιο επειδή δεν μπορούσα να κάνω παιδιά, έγινε το θαύμα – Αληθινή ιστορία
Είχαν περάσει δύο χρόνια όταν τελικά εκείνη αποδέχτηκε το γεγονός ότι κάτι πήγαινε στραβά.
–
Μπήκε στο ιατρείο του γυναικολόγου, προετοιμασμένη να ακούσει τα χειρότερα μα όχι ακριβώς έτοιμη για ό,τι άκουσε.
Το κέντρο που είχε κάνει τη σαλπιγγογραφία αρνιόταν να της δώσει απάντηση κι έτσι ήταν λογικό ότι αυτό που θα της έλεγε ο γιατρός της δεν θα ήταν και τόσο αισιόδοξο.
Μετά τη συνάντηση μαζί του, έπρεπε να μιλήσει στον άντρα της. Μουδιασμένη για όσα δεν καταλάβαινε, για όσα δεν ήξερε, για τις απορίες που της είχαν γεννηθεί, κατάφερε να του μεταδώσει το ίδιο μούδιασμα που είχε κι εκείνη.
Ζούσε σε μια πόλη που όλοι την ήξεραν. Και φοβόταν ότι ο γιατρός της δεν της έλεγε όλη την αλήθεια.
Όλο το απόγευμα εκείνης της ημέρας, διάβασε ό,τι υπήρχε στο ίντερνετ, και πήρε τηλέφωνο 3 γιατρούς σε 3 διαφορετικά μέρη της Ελλάδας να τους ρωτήσει τι ακριβώς είχε και το κυριότερο τι να περιμένει.
Όλοι την έσπρωξαν στην εξωσωματική γονιμοποίηση.
Άρχισε ένας μαραθώνιος ταξιδιών, πήγαινε – έλα, εξετάσεις και το χειρότερο….η κολπική εξέταση. Μπλιαχ! Όσες φορές κι αν την τιμωρούσαν έτσι, εκείνη την καρέκλα και ό,τι επακολουθούσε, δεν θα το συνήθιζε ποτέ!
Ο γιατρός που βρήκε στην Αθήνα, μετά από πολλές έρευνες ήταν “κεφάλι” στο αντικείμενο.
Άλλαζε γραβάτα κάθε πρωί και απόγευμα, κι όταν έμπαινε στο κέντρο ενημέρωνε και τον κύκλο γύρω του που τον ακολουθούσε, πότε είχε πάρει το συγκεκριμένο πουκάμισο ή κοστούμι.
Δεν αναλάμβανε να κάνει την εξωσωματική αν δεν γινόταν πρώτα εγχείρηση να αφαιρεθούν οι σάλπιγγες.
Τότε το βλαχάκι μπήκε για πρώτη φορά στο Μητέρα. Έγιναν οι απαραίτητες εξετάσεις και παρά την αντίθετη άποψη του γιατρού, έφυγε ξανά για το χωριό του για να βρει τις 700.000 χιλιάδες που χρειαζόταν η εγχείρηση.
–
Όταν πήγε στον πατέρα της , εκείνος της απάντησε πως ό,τι λεφτά έχει, δεν μπορεί να τα σηκώσει γιατί τα είχε κλειστά και θα έχανε τους τόκους.
Έτσι, βγήκε στη γύρα και δανείστηκε από όσους μιλούσαν ελληνικά. Σε κάποιες περιπτώσεις και σπαστά ελληνικά.
Η εγχείρηση έγινε και μετά από λίγο καιρό γράφτηκαν τα πρώτα φάρμακα και κάποιες εξετάσεις. 300.000 τα φάρμακα.
Δόσεις για τα έπιπλα, δόσεις για τα εργαλεία του νέου μαγαζιού που είχε στήσει ο σύζυγος, τα δανεικά, όλα έτρεχαν.
Μισή ντροπή δική της μισή όποιου έπεσε μπροστά της, μπήκε σε ένα φαρμακείο.
Τα ίδια συναισθήματα που νοιώθει κάποιος που αναγκάζεται να ζητιανέψει στα καλά καθούμενα στην κεντρική πλατεία της πόλης του, τα ίδια ακριβώς ένοιωθε κι αυτή.
“-Δεν σε ξέρω, δεν με ξέρεις. Θέλω να κάνω εξωσωματική όμως και χρειάζομαι τη βοήθειά σου. Μπορώ να σου πληρώνω τα φάρμακα που μου έχουν γράψει όποτε έχω; “
Η φαρμακοποιός την κοίταξε, της χαμογέλασε, της κατέβασε όλα τα φάρμακα, της τα έβαλε σε μια τσάντα και την έσπρωξε απλά προς την έξοδο.
Της ευχήθηκε καλή επιτυχία και εκείνη ένοιωσε την παρορμητική ανάγκη να την αγκαλιάσει και να την σφίξει γιατί το “Ευχαριστώ” έπεφτε φτωχό πολύ.
Και όλα άρχισαν.
Ενέσεις, χρονόμετρα, ταξίδια, εξετάσεις, υπέρηχοι, αναμονή, ασθενείς, γιατροί, μαίες, οι φωτογραφίες παιδιών που είχαν έρθει στον κόσμο επειδή κάποιοι βοήθησαν κάποιους…
Νύχτες άυπνες. Συναισθήματα φόβου, θυμού, απόρριψης. Οργής.
Μυστικοπάθεια. Αίσθημα ανικανότητας.
Το σύμπαν συνωμοτούσε κι όλα τα καροτσάκια με τα μωρά πέρναγαν από μπροστά της.
Φίλες, γνωστές, έμεναν έγκυες. Δεν υπάρχουν λέξεις να περιγράψουν τα συναισθήματα. Να χαίρεσαι, αλήθεια να χαίρεσαι τόσο πολύ που να φουσκώνει η καρδιά σου και όταν γυρίζεις σπίτι να σπάει σε χίλια μικρά κομμάτια. Να νοιώθεις απαίσια, οικτρά που ζήλεψες τόσο δα, μια σταλιά…
Και το πανηγύρι γύρω γύρω ρωτούσε: “Μα καλά…τόσα χρόνια κι εσείς δεν έχετε ακόμα παιδί;”
Κι όσες φορές εκείνη απογοητευόταν, εκείνος ήταν βράχος.
Βόλτα στις 3 τα ξημερώματα; Φύγαμε!
Νεύρα χωρίς λόγο; Δεν πειράζει.
Πονάς; Μαζί σου…
Κι έγινε η πρώτη προσπάθεια. Αφαίρεση ωαρίων, χωρίς αναισθητικό.
Ο γιατρός μιλούσε για τη νέα του γραβάτα. Αναισθησιολόγος….απών.
4 κοπέλες πριν από εκείνη, ριγμένες σε άσπρα κρεβάτια με ρόδες, 6 κοπέλες μετά από εκείνη στην ίδια κατάσταση.
Γρήγορες, μετρημένες κινήσεις, το τέλος.
“-Η επόμενη πελάτισσα!”
Κι εκείνη ακριβώς τη στιγμή, εκείνη αισθάνθηκε σαν πουτάνα υπό δοκιμή.
Κατάφερε να σηκωθεί και να φτάσει στο μπάνιο για να αδειάσει το περιεχόμενο που δεν υπήρχε από το στομάχι της.
Λυπήθηκε που δεν είχε το θράσος να το κάνει μπροστά στο γιατρό για να έβλεπε τη φάτσα του.
Και η πρώτη προσπάθεια απέτυχε.
Αγώνας να ξεπληρωθούν τα δανεικά. Αγώνας για τη δουλειά. Αγώνας να πληρώσουν μέχρι και τη βενζίνα που είχαν χρεωθεί για τα δρομολόγια.
Λεφτά….λεφτά..λεφτά……και η αποτυχία.
Ασήκωτη.
Οι ισορροπίες λεπτές.
Και το πανηγύρι γύρω-γύρω είχε ένα πολύ όμορφο πάτημα όποτε αποφάσιζε να σε πατήσει κάτω μέχρι να πεις “Ελεος!” Έβλεπε μίσος σε κάποια μάτια που έπρεπε να την κοιτάζουν με συμπόνοια, έβλεπε το ίδιο το αίμα της πολλές φορές να χαίρεται με την δυσκολία της, κι έβλεπε ξένους να την κοιτούν με θαυμασμό, έπαιρνε αγκαλιές από ξένους που της διέλυαν όλη τη θλίψη…. Μα πως γίνεται αλήθεια αυτό;
Μια κρύα δεύτερη προσπάθεια, με το ταμείο, για να γλιτώσει χρήματα (Χα!) να πηγαίνει στο “Αλεξάντρας” μα τις εξετάσεις να πρέπει να τις κάνει αλλού, να ταξιδεύει πίσω και ξανά Αθήνα της κόστισαν μια εξωσωματική σε ένα κέντρο και ήταν ακόμη στα μισά. Δεν είχε τελειώσει καν τις πρώτες εξετάσεις.
Το νοσοκομείο δεν δεχόταν καμμία εξέταση από το ιδιωτικό κέντρο.
3 μήνες χαμένοι ανάμεσα σε λεωφορεία, εργαστήρια, εξετάσεις και δεν είχε δει ακόμα γυναικολόγο.
Και της ήταν αρκετοί.
Κρυφά μια Παρασκευή, παίρνει το λεωφορείο για την Αθήνα.
Ένας συγγενής είναι δικηγόρος. Τον έχει ενημερώσει για το τι θέλει να κάνει.
Διαζύγιο εις βάρος της, κι ό,τι ζητήσει ο σύζυγος η απάντηση θα ήταν ναι.
Χωρις διαπραγματεύσεις, χωρίς θυμούς, χωρίς καυγάδες.
Ό,τι κι αν της είπε ο δικηγόρος εκείνη ανένδοτη.
Δεν μπορούσε να στερήσει από έναν άνθρωπο που ήταν η Αγάπη προσωποποιημένη την οικογένεια κι ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Στο γυρισμό με το λεωφορείο, συναντά μέσα τη μαία του γιατρού που της είχε κάνει την εξωσωματική. Μαθαίνει πως εκείνος είχε φύγει για διάφορους λόγους (κυρίως για ανάρμοστη συμπεριφορά )από το κέντρο και το είχε αναλάβει ο άλλος μέτοχος.
Ένας άνθρωπος που είχε την πλήρη υποστήριξη όλων όσων εργάζονταν στο κέντρο και που είχε πια την ευθύνη να καθαρίσει ό,τι είχε σακατέψει το “κεφάλι” που έφυγε.
4 ώρες η μαία της πιπίλιζε τα μυαλά.
“-Μια επίσκεψη θα κάνεις, τίποτα άλλο! Μίλησέ του μόνο!” της έλεγε και της ξανάλεγε.
Και εκείνη ξαναγύρισε με το ίδιο λεωφορείο στην Αθήνα.
Πήγε και είδε τον γυναικολόγο με έκτακτο ραντεβού κλεισμένο από τη μαία.
Μπήκε στο γραφείο του γεμάτη τσαμπουκά και με το στυλ “Χάρη-σας-κάνω-μη-μου-πολυκολλάτε!”
Και βρήκε έναν πράο ΑΝΘΡΩΠΟ που την λογάριασε ως ασθενή του.
Της εξήγησε πως η απαίσια διαδικασία που πέρασε την πρώτη φορά δεν ήταν ακριβώς η φυσιολογική. Είχαν γίνει λάθη. Κι αισθανόταν ένοχος επειδή με την άγνοιά του εκείνος είχε επιτρέψει να συμβούν.
Ήταν γύρω στις 2 ώρες μέσα στο γραφείο του.
Τέσσερις προτάσεις του θα την συντροφεύουν μέχρι να πεθάνει.
“-Η πάθησή σου δεν αποκλείει την πιθανότητα να κάνεις παιδί. Λες πως θες να τα παρατήσεις. Σκέψου λοιπόν τον εαυτό του στα 45 του, που δεν θα έχει πια επιλογές, να αναρωτιέται αν έκανες ό,τι περνούσε από το χέρι σου για να κρατήσεις ένα μωρό στην αγκαλιά σου. Δώσε την απάντησή σου και πορεύσου με αυτήν.”
Μπόρεσε και του μίλησε για όλα. Για τα χρήματα που χρωστούσε, για τη δυσκολία με τα φάρμακα, για τη δυσκολία της μεταφοράς. Κι εκείνος άκουγε ήρεμος, και της έδινε ό,τι εναλλακτικές μπορούσε να της δώσει.
Κι άρχισε πάλι ένας αγώνας. Το δεύτερο ημίχρονο.
Πήρε το δικηγόρο και του είπε να περιμένει.
Πάλι φάρμακα. Πάλι δανεικά. Πάλι εξετάσεις. Φτου κι από την αρχή.
Λεωφορεία, τσάντες με παγάκια για τις ενέσεις, καύσωνας, τρέξιμο, αγωνία, αγωνία, αγωνία….
Μέχρι που τρώει μια φλασιά…. Αφού είχε αποφασίσει τι θα κάνει μετά την πρώτη προσπάθεια, ας πάει και το παλιάμπελο, θα έκανε τη δεύτερη και αν αποτύγχανε κι εκείνη, θα συνέχιζε με το σχέδιό της.
Το πανηγύρι γύρω γύρω την έπειθε πως για να μην έχει παιδιά, σημαίνει πως δεν άξιζε να κάνει παιδιά. Και πως ο Θεός τιμωρεί όσους δεν έχουν συμπεριφερθεί καλά στη ζωή τους. Μα άνθρωπος είμαι ρε γαμώτο, σκεφτόταν… γίνεται να είμαι τέλεια;
Και η μεγαλύτερή της έκπληξη ήταν ο Άνθρωπος – Γιατρός.
Συνέχιζε και την συναντούσε με την ίδια τρυφερότητα, την ίδια έγνοια όπως και την πρώτη φορά.
Παρέμενε η ασθενής που είχε δει την πρώτη φορά στο γραφείο του.
Δεν της ζήτησε ούτε μια φορά τα χρήματα….
Δεν ανέφερε ποτέ πόσο θα στοιχίσει. Όσες φορές κι αν τον ρωτούσε γιατί ήταν θέμα επείγον για εκείνη, ο Άνθρωπος άλλαζε συζήτηση. Κι εκεί κατάλαβε πως έπρεπε να ατσαλώσει τον εαυτό της. Έμαθε πως όσοι πραγματικά σε αγαπούν, θα είναι δίπλα της. Δεν γίνεται να κουβαλήσουν το φορτίο της μα θα ήταν εκεί να ακούσουν το ”Κουράστηκα …..” Έμαθε πως η συγγένεια και συμπαράσταση δεν είναι αυτονόητη. Πως κάθε νέος άνθρωπος που μπαίνει στη ζωή μας έρχεται με έναν σκοπό, έναν ρόλο. Έμαθε πως υπάρχουν ξένοι να σε νοιώθουν πιο καλά και από τον ίδιο σου τον εαυτό. Κι έμαθε πως δεν είναι υπεύθυνη αν ο απέναντι είναι κακός, περίεργος ή κουτσομπόλης. Μονάχα για τον τρόπο που θα επέτρεπε να την επηρεάσει ήταν υπεύθυνη..
Κι ήρθε η μέρα του τεστ. Βγήκε θετικό.
Βγήκε στον κεντρικό δρόμο της πόλης και ούρλιαζε από τη χαρά της. Και δεν ήταν μόνη.
Δίπλα της ήταν εκείνος. Ο ήρωας. Ο Μοναδικός της.
Και πίσω τους ο μικροβιολόγος που είχε ζήσει όλη την ιστορία από την αρχή των προσπαθειών. 7 φορές διασταύρωσε. Με φόβο καρδιάς της είπε το αποτέλεσμα.
Πήρε το γιατρό της και τον άκουσε να φωνάζει από χαρά. Της ζήτησε να μην ανέβει Αθήνα, να κάνει μια κολπική εξέταση στην πόλη της. Χρειαζόταν μια επιβεβαίωση για το μέγεθος του εμβρύου.
Πήγε στο μοναδικό γιατρό που είχε τότε τέτοιο υπέρηχο στην πόλη της. Και της είπε να σταματήσει να λέει ψέμματα στο σύζυγο. Δεν ήταν έγκυος πια. Ένα έμβρυο που είχε εμφυτευθεί, το είχε χάσει και του το έκρυβε.
Βγήκε ο γιατρός και ζήτησε από το σύζυγο να την πάει για ένα καφέ, για να ξεχάσει το όλο ζήτημα. Να μην περιμένει να γίνει πατέρας. Όλα είχαν πάει στράφι.
Πήρε ξανά τον Άνθρωπο στην Αθήνα. Της ζήτησε να μείνει ακίνητη για 2-3 μέρες και μετά να πάει να την δει.
Στις 11 το βράδυ, τον παράκουσε και είχε φτάσει ήδη Αθήνα τον πήρε σπίτι του τηλέφωνο, και εκείνος ήρθε έξω από το κέντρο (σχεδόν) με τις πυτζάμες του να κάνουν τον υπέρηχο που θα τα διέλυε όλα.
Αμ δε! Βρήκε ένα σάκο με ένα φασολάκι μέσα….
Και μετά από ελάχιστα δευτερόλεπτα ακούστηκε ένα δυνατό “Ντουπ-ντουπ-ντουπ!”
“-Η καρδιά του είναι” είπε ο Άνθρωπος. Το φασολάκι ήταν μια χαρά!
“-Α! για μισό λεπτό. Ντουπ-ντουπ-ντουπ-ντουπ!” σε έναν πιο γρήγορο ρυθμό από τον προηγούμενο…
“Και το άλλο έμβρυο είναι μια χαρά! Αυτή είναι η άλλη καρδιά!” είπε ο Άνθρωπος.
“-Γιατρέ μου, ένα έχω και το έχω χάσει. Δεν ξέρεις τι λες!” απάντησε εκείνη.
Ο σύζυγος είχε βγει και ούρλιαζε στους άδειους διαδρόμους του κέντρου.
“-Έχεις δίδυμα και επιστροφές δεν κάνω δεκτές!” της είπε και αγκαλιάστηκαν αυθόρμητα κλαίγοντας. Ο Άνθρωπος έκλαιγε μαζί της! Μα γιατί;
“-Αυτός είναι ο σκοπός μου. Ο ρόλος μου. Το έργο μου. Μα εξαρτάται κι από όλες εσάς που είστε ασθενείς μου. Και μαζί, τα καταφέραμε πολύ καλά, δεν νομίζεις;” της απάντησε.
Μετά εκείνη κοίταξε την στάση που είχε στην άχαρη καρέκλα, τις πυτζάμες του γιατρού, τα στραβά γυαλιά του που έβαλε άρον άρον όταν τον πήρε τηλέφωνο, ο Άνθρωπος ακολούθησε το βλέμμα της και σκάσανε στα γέλια!
Στις 28 Ιανουαρίου, γεννήθηκαν οι δίδυμες.
Ο Άνθρωπος πληρώθηκε μετά από 6 μήνες.
Πήρε τα μισά χρήματα από όσα πίστευαν πως θα στοίχιζε η εξωσωματική.
Αρνήθηκε να πληρωθεί εκείνος, η μαία του και όλοι οι υπέρηχοι που έγιναν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Όταν πήγε να του δώσει τα χρήματα αναγκάστηκε να πάρει και τα δύο μωρά μαζί αφού δεν είχε που να τα αφήσει.
Και μέσα στην αίθουσα αναμονής ντράπηκε. Εκείνη είχε πια δύο μωρά. Οι άλλοι περίμεναν.
Ζήτησε συγνώμη για την αναστάτωση από όλους.
Βγήκε ο Άνθρωπος – Γιατρός, τους αγκάλιασε , έβαλε τα πορτ μπεμπέ στο πάτωμα κι έκατσε ανάμεσά τους.
Εκείνη τα τραβούσε για να τα κρύψει, και ο Ανθρωπος της έλεγε να του τα αφήσει λίγο..
“-Όλοι παλεύουμε για αυτό το θαύμα, μα όλοι μου στέλνουν φωτογραφίες… Κανείς δεν μου φέρνει να δω τη Ζωή όταν αυτή αρχίζει….”
Στη ζωή μου έγινε ένα μεγάλο ξεσκαρτάρισμα τότε. Έμειναν άνθρωποι που δεν τους είχα δώσει καμμία σημασία/ευκαιρία. Κρατήθηκαν σε απόσταση (πολύυυυυυυυυυυυυυ μεγάλη απόσταση) όσοι δεν ήταν δυνατόν να διαγραφούν.
Σκόρπια κομμάτια της εμπειρίας μου είχα ξαναγράψει.
Μετά από 8 χρόνια μπόρεσα χωρίς δακρύβρεχτα κείμενα να το ολοκληρώσω.
Εύχομαι μόνο ολόψυχα όλα να πάνε κατ’ ευχή. Για όλους.
Είναι αγώνας άνισος. Πιθανοτήτων v. συναισθημάτων.
Ο Άνθρωπος – Γιατρός μου είναι πάντα στη σκέψη μου.
Τον σκέφτομαι ακόμα με την ίδια αγάπη και τρυφερότητα όπως τότε. Μαθαίνω ακόμα νέα του, από απόσταση, διακριτικά. Καμαρώνω για εκείνον γιατί συνεχίζει να παραμένει Άνθρωπος και μετά γιατρός. Όποιοι φίλοι/γνωστοί έχουν πάει εκεί μετά από υπόδειξή μου, με κάνουν να μετανοιώνω που δεν μίλησα ανοιχτά πιο νωρίς. Ο Μηνάς και όσοι είναι γύρω του, συνεχίζουν και αντιμετωπίζουν τα ζευγάρια ως ασθενείς και όχι ως πελάτες. Είναι εκεί και τους στηρίζουν όπως στήριξαν εμένα πριν τόσα χρόνια.
Η φαρμακοποιός, τυχαία το έμαθα, συνεχίζει με την ίδια διάθεση να βοηθάει όπου και όπως μπορεί.
Ο σύζυγός μου παραμένει ο ήρωάς μου για εκείνη την περίοδο.
Ήρωας που κατάφερε να με αντέξει. Να με ανεχτεί.
Και η πιο όμορφη εικόνα μου είναι εκείνου ανάμεσα στα παιδιά μας.
2022 Ενημέρωση:
22 χρόνια μετά….
Συνεχίζω να μιλάω δυνατά για ό,τι πέρασα, ό,τι αντιμετώπισα. 11 οικογένειες που διάβασαν την ιστορία μου, είχαν την ευτυχία να γίνουν γονείς στο ίδιο κέντρο που έγινα κι εγώ μαμά. Θα ήμουν νονά στα 4 από αυτά αν είχα την οικονομική δυνατότητα. Συνεχίζω να καμαρώνω για αυτόν τον Άνθρωπο που μετά είναι και γιατρός και για όλη του την ομάδα.
Όσο περνούσαμε αυτή τη δοκιμασία δεν μιλήσαμε ποτέ ανοιχτά με το σύζυγο σε ξένους. Δεν θυμάμαι γιατί. Ίσως η ντροπή; Η άβολη στιγμή να πεις το ποιος φταίει; Όταν ένα ζευγάρι δεν έχει παιδί, το πρόβλημα είναι και των δύο. Ιατρικώς το ποιος φταίει είναι πρόβλημα του γιατρού, όχι αντικείμενο συζήτησης. Είδα ζευγάρια να διαλύονται. Να χωρίζουν. Είδα οικογένειες στα χειρότερά τους. Είδα όμως και πολλή αγάπη , σαν εκείνη που γράφανε παλιά (την εποχή των παγετώνων που λένε και οι κόρες μου ) τα Άρλεκιν. Εμείς το είδαμε σαν δοκιμασία. Κάτι σαν τις φωτιές του Άη Γιαννιού που περνάς από πάνω. Αποφασισμένοι ή θα περάσουμε ή θα καούμε.
Περάσαμε και από εκείνη την ημέρα περιμένουμε απέναντι όσους ρισκάρουν το ίδιο. Μιλάμε, συζητάμε ανοιχτά και ελπίζουμε ότι όσο περνάει από το χέρι μας , βοηθάμε…. Αγάντα ρε……. Αγάντα και φτάνετε κι εσείς……!!!!
-: -
–