Ο πιο ταπεινός πολιτικός ηγέτης: Ο «πιο φτωχός ηγέτης του πλανήτη» δεν εγκαταστάθηκε ποτέ στο Προεδρικό Μέγαρο.
Το 90% της αμοιβής του, το χάριζε στους φτωχούς. Δεν είχε φρουρούς και δε φορούσε κοστούμια. Επέλεγε να κυκλοφορεί με ένα «Σκαραβαίο» του 1987, ενώ είχε σαν συνοδηγό τη σκυλίτσα του.
–
Πρόκειται για τον 40ο πρόεδρο από την Ουρουγουάη. Θεωρούσε ιερό πράγμα την πολιτική και υπήρξε αντάρτης. Ο λόγος για τον Χοσέ Μουχίκα. Για δώδεκα χρόνια έμεινε φυλακισμένος από τη χούντα. Εκλέχθηκε πρόεδρος το 2010 και με γενναίες μεταρρυθμίσεις σταθεροποίησαν την εθνική οικονομία. Ο Μουχίκα συνήθιζε να λέει: «Φτωχός δεν είναι αυτός που έχει λίγα, αλλά αυτός που χρειάζεται περισσότερα».
Δεν άφησε καμία εξουσία να τον αλλάξει. Έβαλε σαν κέντρο τον άνθρωπο. Σημείωνε παγκοσμίως τους υψηλότερους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ. Στα 84 είναι ιδιοσυγκρατικός σαν άνθρωπος. Τον Αύγουστο του 2018 παραιτήθηκε από το βουλευτικό αξίωμα, ενώ αρνήθηκε να λάβει και τη βουλευτική σύνταξη που του αναλογούσε.
Χοσέ Μουχίκα: Ο αντάρτης
–
Ο Πέπε όπως τον φώναζαν οι συναγωνιστές, οι σύντροφοί του, αλλά και η πλατιά μάζα. Πρώτα τον έβλεπαν ως επαναστάτη και έπειτα ως πολιτικό, μετά ως υπουργό και τελικά σαν πρόεδρο. Εκείνος, όμως, ήταν αγρότης.
Γεννήθηκε τον Μάιο του 1935. Ήταν μέλος φτωχής οικογένειας. Από μικρό παιδί ήταν ένας αγωνιστής της ζωής. Το 1960 πήρε μέρος στο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα των Τουπαμάρος, ενώ το 1969 μπήκε σαν αντάρτης στον Πόντο.
Μπήκε στη φυλακή. Για τη συγκεκριμένη εμπειρία του, ο Μουχίκα, ανέφερε «Κοιμόμουν επί χρόνια στο πάτωμα της φυλακής και τις νύχτες που είχα στρώμα ήμουν ευτυχής. Επέζησα με το τίποτα. Γι’ αυτό και άρχισα να εκτιμώ τα μικρά πράγματα στη ζωή και τα όρια των πραγμάτων. Αν αφιερωθώ στην ευμάρεια, θα πρέπει να περάσω ένα μεγάλο μέρος της ζωής μου στη συντήρησή της».
Το 1985 επιχείρησαν, με παλιούς αγωνιστές από τις τάξεις των Τουπαμάρος και τελικά έφτιαξαν ένα αριστερό κόμμα. Ο Μουχίκα εκλέχθηκε βουλευτής το 1994 και γερουσιαστής το 1999. Ήταν χαρισματικό και δημοφιλή. Το 2004 απέσπασε περισσότερες ψήφους από οποιονδήποτε άλλο υποψήφιο.
Χοσέ Μουχίκα: Ο πρόεδρος
Με το κόμμα του έδωσε τη νίκη στον Ταβαρέ Βάσκες το 2005. Το 2009 έγινε πρόεδρος του Διευρυμένου Μετώπου. Τότε, ο ανταποκριτής του BBC, Wyre Davies, τόνισε «ο Μουχίκα έφυγε από πρόεδρος αφήνοντας μια σχετικά υγιή οικονομία και μια κοινωνική σταθερότητα που μόνο να ονειρευτούν μπορούν οι μεγαλύτεροι γείτονές του».
Νομιμοποίησε την κάνναβη. Η κατάσταση στην Ουρουγουάη σήμερα προφανώς τον δικαιώνει.
Μάλιστα, ο Μουχίκα δήλωσε «Η κατανάλωση της κάνναβης δεν είναι το πιο ανησυχητικό πρόβλημα, αλλά η παράνομη διακίνηση ναρκωτικών, 150.000 άνθρωποι καπνίζουν μαριχουάνα στην Ουρουγουάη και δεν θα μπορούσα να τους αφήσω στο έλεος της παράνομης διακίνησης. Είναι πολύ πιο εύκολο να ελέγχεις κάτι που είναι νόμιμο και γι’ αυτόν το λόγο το κάνουμε αυτό».
Νομιμοποίησε τις εκτρώσεις μέχρι τον τέταρτο μήνα και τους γάμους μεταξύ ομοφυλοφίλων. Έριξε τους δείκτες ανεργίας, ενώ αύξησε τους μισθούς και τις συντάξεις.
Χοσέ Μουχίκα: Ο άνθρωπος
Ορκίστηκε πίστη στο Σύνταγμα και τους θεσμούς. Ζούσε με 775 ευρώ μηνιαίος. Το ίδιο έπραττε και η σύζυγός του, η Λουσία Τοπολάνσκι, η οποία είναι γερουσιαστής.
Τι να το κάνω όλο αυτό το ποσό; Οι περισσότεροι κάτοικοι της Ουρουγουάης ζουν με πολύ λιγότερα», ανέφερε ο Μουκίχα. Κυκλοφορούσε με σκαραβαίο.
Επίσης, ο Μουκίχα έλεγε «Έχω ονομαστεί ”ο πιο φτωχός πρόεδρος”, αλλά δεν αισθάνομαι φτωχός. Φτωχοί είναι εκείνοι, που δουλεύουν μόνο για να αποκτήσουν και να διαιωνίσουν έναν πολυτελή τρόπο ζωής και θέλουν συνέχεια όλο και περισσότερα. Εδώ, τίθεται το ζήτημα της ελευθερίας. Αν δεν έχεις τόσα πολλά υλικά αγαθά, δεν χρειάζεται να δουλεύεις σαν σκλάβος για να τα συντηρήσεις, και επομένως έχεις πολύ περισσότερο χρόνο για τον εαυτό σου».
«Αυτό που ζητώ από τους ανθρώπους είναι να μη μισούν αυτούς που σκέπτονται διαφορετικά», δήλωσε, ο Μουκίχα, στο δεύτερο χρόνο της προεδρίας του. Ο Πέπε επέστρεψε στη Γερουσία το 2015. Βλέποντας πως βρίσκεται σε προχωρημένη ηλικία, παραιτήθηκε!
«Μπορεί στα μάτια πολλών να μοιάζω σαν ένας εκκεντρικός γέρος. Αλλά μην ξεχνάτε το δικαίωμα της ελεύθερης βούλησης», απαντούσε σε όσους τον κατέκριναν.
«Τα κίνητρα της παραίτησης είναι προσωπικά. Θα τα απέδιδα στην κούραση μετά από ένα μακρύ ταξίδι. Παρόλα αυτά, όσο το μυαλό μου λειτουργεί, δεν μπορώ να παραιτηθώ από την αλληλεγγύη και την πάλη των ιδεών», έγραφε στην επιστολή που επέδωσε στην πρόεδρο της Γερουσίας και επί 13 χρόνια σύζυγό του, Λουσία.
Αν πρέπει να μείνει κάτι από τα σπουδαία λόγια του, ας είναι αυτό και τίποτα άλλο: «Δεν πληρώνουμε με χρήματα. Πληρώνουμε με τον χρόνο της ζωής που ξοδεύουμε για να αποκτήσουμε αυτά τα χρήματα. Η διαφορά είναι ότι η ζωή είναι το μόνο πράγμα που τα λεφτά δεν μπορούν να αγοράσουν. Και είναι θλιβερό να σπαταλά κανείς τη ζωή και την ελευθερία του με αυτόν τον τρόπο»
–