Aν σήμερα μπορούμε να μιλάμε για ζωντανό λαϊκό τραγούδι που εξακολουθεί να παράγεται -και από άλλους, νεότερους συναδέλφους του-, αυτό οφείλεται σαφέστατα στον Χρήστο Νικολόπουλο.
Ο συνθέτης που κρατάει την τιμή του λαϊκού τραγουδιού στα δάχτυλα των χεριών του μίλησε για όλα και αφορμή ήταν η επερχόμενη συναυλία του στο Ηρώδειο το Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου. «60 χρόνια Χρήστος Νικολόπουλος»
Νικολόπουλος για Χαρούλα Αλεξίου: «Καλά έκανε και σταμάτησε το τραγούδι»
Μεγαλώσατε σε φτωχή οικογένεια;
Ήμασταν τέσσερα αδέρφια σε μια αγαπημένη αλλά πολύ φτωχή οικογένεια. Μεγάλωσα σ’ ένα χωριό της Μακεδονίας και από πολύ νωρίς ένιωσα ότι θα γίνω μουσικός, μην έχοντας πιάσει κανένα όργανο στα χέρια μου. Οπότε άκουγα μουσική κόλλαγα το αυτί μου και το ίδιο γινόταν με τα συγκροτήματα στα πανηγύρια. Οι δικοί μου ήξεραν ότι θα με βρουν εκεί. Ο αδερφός μου πήρε πρώτος μπουζούκι για να μάθει, αλλά τελικά έμαθα εγώ. Πήγα σε μια σχολή για πέντε μήνες και μάλιστα αρίστευσα, αλλά ήμουν πιο πολύ αυτοδίδακτος. Στα δεκατέσσερά μου με ζήτησαν να αντικαταστήσω σε ένα συγκρότημα κάποιον που είχε φύγει φαντάρος. Έτσι μπήκα στο επάγγελμα για να βοηθήσω την οικογένειά μου. Ο πατέρας μου θεωρούσε αλητεία τα μπουζούκια, που ακόμη τότε ήταν παρεξηγημένα. Εγώ βέβαια δεν σταμάτησα κι όταν άρχισα να βγάζω λεφτά και τους βοήθαγα του άρεσε. Το μόνο που ήθελα ήταν να καλυτερεύσω τη ζωή μου και να σταθώ στα πόδια μου, Η σύνθεση προέκυψε από κάποιες συγκυρίες, όταν είχα έρθει στην Αθήνα σαν κατατρεγμένος για να βρω την τύχη μου. Τα πρώτα χρόνια με φώναζαν στο στούντιο κι έπαιζα τζάμπα για να με γνωρίσουν. Μιλάω για τις μικρές εταιρείες της Ομόνοιας. Όταν υπήρχε, ας πούμε, ένας πιο καλός συνθέτης, θέλανε κι έναν καλύτερο μπουζουξή. Σε μια απ’ αυτές τις ηχογραφήσεις ήταν ο Στέλιος Ζαφειριού, που του είπαν ότι θα παίξει κι ένας μικρός μαζί του. Άρχισε αυτός να με φωνάζει σε καλύτερες εταιρείες, που πληρωνόμουν κανονικά. Μέσω των ηχογραφήσεων αυτών γνώρισα τον Μανώλη Αγγελόπουλο. Δουλέψαμε για ένα μήνα μαζί, το καλοκαίρι του 1964, αφού ο μπουζουξής του είχε πάει φαντάρος. Τον ίδιο καιρό ο Πάνος Ιατρού, ένας άλλος μουσικός, με έστειλε στον Καζαντζίδη, που ενώ είχε μπουζούκια, ήθελε να τα αλλάξει. Ο Καζαντζίδης ως γνωστόν σταμάτησε να τραγουδάει την Καθαρά Δευτέρα του 1966 (επανήλθε ύστερα από λίγα χρόνια), όμως εγώ έγινα περιζήτητος. Μαζί του, ούτως ή άλλως, είχα μπει στις μεγάλες εταιρείες. Έπαιζα μπουζούκι στον Θεοδωράκη, σε όλους τους συνθέτες εκτός από τον Χατζιδάκι.
Ο Χατζιδάκις δούλευε με τον Πολυκανδριώτη τότε.
Με τον Χατζιδάκι είχαμε μεγάλες κόντρες με τα σωματειακά. Εμείς τότε είχαμε ένα σωματείο, την ΕΜΣΕ. Ήμουν στο ΔΣ και από τα ιδρυτικά μέλη του. Όταν προέκυψε η ψήφιση ενός νόμου για τα συγγενικά δικαιώματα τραγουδιστών και μουσικών η ΑΕΠΙ δεν ήθελε να έχουν και οι άλλοι δικαιώματα. «Δεν μπορεί εμένα το τραγούδι μου να ορίζεται από έναν τραγουδιστή» έλεγαν. Η Μερκούρη δεν πέρναγε τον νόμο αυτό επειδή δεν ήθελε ο Χατζιδάκις. Εφτά χρόνια τον είχε στο συρτάρι η Μελίνα τον νόμο. Σ’ ένα συμβούλιο ανταλλάξαμε βαριές κουβέντες με τον Χατζιδάκι και τους άλλους μεγάλους. Μου άρεσε, όμως, γιατί την επόμενη σεζόν που παίζαμε με τον Βελλή στη Θεσσαλονίκη ο Χατζιδάκις πήρε την παρέα του και ήρθε από το μαγαζί. Πήγα, του ζήτησα συγγνώμη, «άλλες απόψεις είχαμε απλώς, κ. Χατζιδάκι» του είπα. Δεν ήταν όμως άνθρωπος της παρέας μου ή του χαρακτήρα μου.
Πότε δημοσιοποιείτε το πρώτο σας τραγούδι;
Όταν ήμουν με τον Καζαντζίδη έπαιξα τα πρώτα μου τραγούδια στη Μαρινέλλα, σκέτες μελωδίες. Με συμπαθούσε ιδιαιτέρως η Μαρινέλλα. «Μπράβο, μικρέ» μου είπε όταν άκουσε κομμάτια μου. Η ίδια μεσολάβησε για να τα παίξω στον Στέλιο, ο οποίος μου ζήτησε να τα βάλει σε δίσκο του κάποια στιγμή. Έτσι, αργότερα, το 1968, βγήκε το «Νυχτερίδες κι αράχνες» και μερικά άλλα τραγούδια μου
- Documento
Νικολόπουλος: Τα 50 χρόνια γάμου με τη σύζυγό του & η καλλιτεχνική του συνέχεια, τα εγγόνια του!
Νικολόπουλος για την εκπομπή: «Προβληματίστηκα λίγο στην αρχή… Είναι πολύ κουραστική διαδικασία»
«Σε δυο, τρεις γενιές από τώρα, θα τους ρωτάς ποιος είναι ο Αργυρός και δεν θα ξέρουν»