της Στέλλας Λιζάρδη

Κάποιοι θα ισχυριστούν ότι το μικρό τριγωνικό κομμάτι λίκρα των αθλητικών αγωνισμάτων του νερού πάντα είχε μια θέση ανάμεσά μας… Η νότια Γαλλία υπήρξε πάντα μια ζεστή αγκαλιά για τους λάτρεις του στυλ, η Βραζιλία δημιούργησε την εικονογραφία της τάσης και τη συντήρησε με τη σέξι κουλτούρα της παραλίας της και τα μέλη της γκέι κοινότητας με ολυμπιακή κορμοστασιά αναδείκνυαν τα φυσικά τους προσόντα με αυτά τα μαγιό.


Από καθαρά «τεχνική» άποψη, το συγκεκριμένο μαγιό, εργονομικό και αεροδυναμικό, προσφέρεται για επαγγελματίες της κολύμβησης που δεν θέλουν τίποτα να βαραίνει ανάμεσα στα πόδια τους ενώ σχίζουν τα νερά κυνηγώντας ένα μετάλλιο. Οι κανονικοί λουόμενοι, πάντως, δεν το προτιμούσαν. Σαν να τους φαινόταν ελαφρώς ανάρμοστο και αχρείαστα επιδεικτικό.

Στο μακρινό 2018, ένας άντρας εκδιώχθηκε(!) από την πισίνα του ξενοδοχείου Wynn στο Λας Βέγκας «επειδή ήμουν ένας γκέι που φορούσε ένα λίγο αδερφίστικο μαγιό». «Δεν έχει σχέση η σεξουαλική του προτίμηση, απλώς αυτός είναι ο κανόνας εκ της διευθύνσεως», απάντησε τότε το ξενοδοχείο.

Οι κανόνες, όμως, αλλάζουν, ακόμα και στα πιο συντηρητικά, υπερατλαντικά νερά. Έτσι, αμέσως μετά το τέλος της πανδημίας, τα ανδρικά σορτσάκια για τη θάλασσα άρχισαν ολοένα να μικραίνουν (όπως αντίστοιχα και τα εσώρουχα), φθάνοντας στο σχήμα Υ που σήμερα κερδίζει σε δημοφιλία σε ένα ευρύτερο κοινό, ιδίως στις ευρωπαϊκές αγορές του Νότου.

Τα πρώτα speedos στην παραλία Bondi του Σίδνεϊ, το 1961, σόκαραν με το size τους και οδήγησαν έως και σε συλλήψεις για λόγους αιδούς, ένα επεισόδιο που απλά διαφήμισε το νέο στυλ. Στη δεκαετία που ακολούθησε, τα μαγιό αυτά κατάφεραν να αποχαρακτηριστούν από αθλητικά και να γίνουν η αγαπημένη περιβολή παραλίας στις ιταλικές και γαλλικές ακτές από άντρες κάθε ηλικίας.


Επινοημένα από τη Speedo το 1956 ως μια αθλητική εναλλακτική των κλασικών μαγιό-σορτς, τα briefs έγιναν τόσο γνωστά ώστε κάθε κομμάτι ανάλογου στυλ περιγράφεται από τότε με το όνομα της εταιρείας, ως speedo. Αποτελούν την πιο διάσημη δημιουργία του Αυστραλού καλλιτέχνη και σχεδιαστή Πίτερ Τράβις (επίσης, κεραμίστα, παθιασμένου σέρφερ και κατασκευαστή kite), που όταν προσελήφθη στη Speedo, οι άντρες έβγαιναν στην παραλία με μακριά σορτς και ασορτί πουκάμισα σε χαβανέζικο στυλ.

Η αθλητική εταιρεία του ζήτησε να κάνει κάτι ανάλογο, ο Τράβις, όμως, είχε υπόψη του μια πιο μαζεμένη ιδέα. Τα μαγιό του ήταν ιδιαιτέρως «συνοπτικά», σε παραλλαγές των 17,5, 12,5 και 7,5 εκατοστών φάρδους. «Δεν σκόπευα να προβώ σε κάποιου είδους δήλωση μόδας, ούτε να προκαλέσω», έλεγε τότε ο Τράβις. Οι πονηρές φαντασιώσεις που συνόδευσαν τα briefs του ήταν κατά τον ίδιο απλά «ένα μπόνους».

Την ίδια χρονιά του λανσαρίσματός τους, τα νέα μαγιό της Speedo φορέθηκαν από την ολυμπιακή κολυμβητική ομάδα της Αυστραλίας στους καλοκαιρινούς αγώνες της Μελβούρνης. Τα αγόρια επέστρεψαν με οκτώ χρυσά μετάλλια και η καυτή αθλητική φιγούρα τους με αυτά τα μικροσκοπικά μαγιουδάκια πάνω στα βάθρα των νικητών έκανε τον γύρο του κόσμου.

Η επικράτησή τους στο ευρύ κοινό δεν υπήρξε εύκολη στη χώρα που τα γέννησε. Τα πρώτα speedos στην παραλία Bondi του Σίδνεϊ, το 1961, σόκαραν με το size τους και οδήγησαν έως και σε συλλήψεις για λόγους αιδούς, ένα επεισόδιο που απλά διαφήμισε το νέο στυλ. Στη δεκαετία που ακολούθησε, τα μαγιό αυτά κατάφεραν να αποχαρακτηριστούν από αθλητικά και να γίνουν η αγαπημένη περιβολή παραλίας στις ιταλικές και γαλλικές ακτές από άντρες κάθε ηλικίας. http://www.diaforetiko.gr/

Ο Αμερικανός κολυμβητής Mark Spitz κέρδισε 7 χρυσά μετάλλια στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου το 1972, φορώντας speedo.

Διέθεταν, μάλιστα, έναν (απρόθυμο, έστω) πρεσβευτή και στα λογοτεχνικά νερά: Τον Τόμας Ρίπλεϊ, τον σκοτεινό ήρωα της Πατρίσια Χάισμιθ στον Ταλαντούχο κύριο Ρίπλεϊ. Αν ο Μποντ είχε το σμόκιν του, ο Ρίπλεϊ είχε το speedo του. «Ένα μαυρο-κίτρινο πραγματάκι ελάχιστα μεγαλύτερο από ένα G-string», το περιέγραψε η Χάισμιθ στο μυθιστόρημά της, που στη μεγάλη οθόνη φόρεσε πρώτος ο Αλέν Ντελόν.

«Σιχαινόταν τα μαγιό, ιδίως αυτό εδώ το αποκαλυπτικό», σημείωνε η συγγραφέας. Και στις τρεις μεταφορές του βιβλίου στην οθόνη, τα speedos διατηρήθηκαν προσφέροντας πληροφορίες για τον χαρακτήρα του Ρίπλεϊ – στην πρώτη του ανάγνωση στα ’60s, με τον Ντελόν, ο Ρίπλεϊ εμφανίζεται σαν γόης που συνδέεται ερωτικά με τη Μαρτζ. Κανένα queer κρυφό νόημα για τη σχέση με τον Ντίκι Γκρίνλιφ δεν διαφαίνεται ακόμα, γι’ αυτό και το μαγιό δεν φορτίζεται με κάποια ιδιαίτερη σημασία για την προσωπικότητά του.

Η εκδοχή του Άντονι Μινγκέλα παραμένει η πιο τολμηρή, με τον Ματ Ντέιμον –με πράσινο φλούο brief– να εκφράζει ιδανικά το αρχέτυπο ενός ντροπαλού, θηλυπρεπούς νεαρού άντρα που συνειδητοποιεί ότι μετράει σεξουαλικά κι ότι είναι ικανός για ανομολόγητα σατανικές πράξεις.

O Ρίπλεϊ ως μίνι σειρά του Στίβεν Ζάιλιαν με τον Άντριου Σκοτ στον βασικό ρόλο χτίζει ολόκληρη σκηνή γύρω από τη φράση του βιβλίου για το μαγιό, στέλνοντας τον Σκοτ να αγοράσει ένα brief (ελλείψει άλλου σχεδίου στο κατάστημα) και να φρικάρει στην ιδέα ότι θα βγει μ’ αυτό στην παραλία.

Σε αντίθεση, πάντως, με τον Ρίπλεϊ που δεν το αισθάνθηκε ποτέ άνετα στο πετσί του, το speedo αγαπήθηκε μέσα στα χρόνια από άνδρες με αυτοπεποίθηση και σωματική ρώμη.