Ο κίνδυνος καρδιαγγειακών επεισοδίων αυξάνεται για 4-5 ημέρες μετά από κάθε έξαρση της σκόνης στον αέρα.
Η ατμοσφαιρική ρύπανση επιβαρύνει την καρδιαγγειακή υγεία, ακόμα και όταν οφείλεται στην σκόνη της ερήμου και όχι σε άλλους ρύπους.
Μελέτες έχουν δείξει πως η αφρικανική σκόνη μπορεί να αυξήσει κατακόρυφα τα καρδιαγγειακά επεισόδια, καθώς μεταξύ άλλων αυξάνει:
- Τους παλμούς της καρδιάς
- Την αρτηριακή πίεση
Μάλιστα τα καρδιαγγειακά επεισόδια παραμένουν αυξημένα για αρκετές ημέρες μετά την αυξημένη συγκέντρωση των σωματιδίων της στον αέρα.
Τις επισημάνσεις αυτές κάνει ο καθηγητής Καρδιολογίας Γεώργιος Κοχιαδάκης, πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας, κοσμήτορας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Όπως αναφέρει, η έκθεση στη σκόνη της ερήμου είναι γενικά αποδεκτό ότι θέτει σε κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία με ανάλογο ίσως τρόπο με την ατμοσφαιρική ρύπανση.
Επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι τόσο η καρδιαγγειακή θνησιμότητα όσο και η νοσηρότητα αυξάνονται στη διάρκεια αμμοθύελλας αφρικανικής σκόνης.
Ειδικότερα, έχει αναφερθεί πως όταν υπάρχει αυξημένη αφρικανική σκόνη στον αέρα:
- Οι επισκέψεις για καρδιαγγειακές παθήσεις στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών των νοσοκομείων αυξάνονται κατά 26%
- Οι εισαγωγές για ισχαιμική καρδιοπάθεια αυξάνονται κατά 16-21% σε σύγκριση με τις ημέρες χωρίς σκόνη
Οι αιτίες
Πού μπορεί να οφείλεται αυτή η διαφορά; «Από την οπτική της Παθοφυσιολογίας, τα εισπνεόμενα σωματίδια σκόνης που εναποτίθενται στις πνευμονικές κυψελίδες, αντιδρούν χημικά με τα υγρά και τους ιστούς του ανθρωπίνου σώματος. Στη συνέχεια εισέρχονται στην κυκλοφορία», απαντά.
Τα συγκεντρωμένα σωματίδια της σκόνης προκαλούν «αύξηση στην καρδιακή συχνότητα και τη μέση αρτηριακή πίεση», συνεχίζει. Επιφέρουν επίσης μείωση της καρδιακής συσταλτικότητας.
Σε καρδιαγγειακό επίπεδο υπάρχει αγγειοσύσπαση, μαζί με μια συστηματική φλεγμονώδη διαδικασία. Αυτή προκαλείται από την απελευθέρωση στην κυκλοφορία φλεγμονωδών μεσολαβητών και προθρομβωτικών παραγόντων.
Πόσο διαρκεί ο κίνδυνος
Οι μεταβολές αυτές οδηγούν σε αύξηση των επειγόντων καρδιαγγειακών συμβαμάτων για διάστημα έως και 4-5 ημέρες μετά την αυξημένη αφρικανική σκόνη. Ωστόσο, εάν τα σωματίδια της σκόνης αναμιχθούν με τους ρύπους από οχήματα και βιομηχανίες, μπορεί να τροποποιηθούν οι τοξικές ιδιότητές τους.
«Η αυξανόμενη διαθεσιμότητα πληροφοριών σχετικά με τις καταιγίδες σκόνης από επίγειες παρατηρήσεις, αριθμητικά μοντέλα και δορυφορική τηλεπισκόπηση αποδεικνύει ότι υπάρχει πλέον η δυνατότητα διερεύνησης των επιπτώσεων στην υγεία με περισσότερες λεπτομέρειες μέσω συνεργασίας ιατρών και περιβαλλοντικών επιστημόνων», υπογραμμίζει ο καθηγητής.
Όπως εξηγεί, ήδη από το 1987 εκδίδει κατά διαστήματα ο ΠΟΥ κατευθυντήριες οδηγίες για την ποιότητα του αέρα με βάση την υγεία. Αυτό γίνεται για να βοηθήσει τις κυβερνήσεις και τους πολίτες να μειώσουν την έκθεση του ανθρώπου στην ατμοσφαιρική ρύπανση και τις δυσμενείς επιπτώσεις της.
Επιπλέον, το 2015, η Παγκόσμια Συνέλευση Υγείας ενέκρινε ένα ψήφισμα ορόσημο για την ποιότητα του αέρα και την υγεία, αναγνωρίζοντας την ατμοσφαιρική ρύπανση ως παράγοντα κινδύνου για μη μεταδοτικές ασθένειες όπως:
- Ισχαιμική καρδιαγγειακή νόσο
- Αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο
- Χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια
- Άσθμα
- Καρκίνο
Φωτογραφία: Eurokinissi