–
3 Ιουλίου 2014
Χτυπάει το τηλέφωνο μου και είναι η κολλητή της μαμάς μου.
– Κατερινα που είναι η μαμά σου;
– Έχει πάει για μπάνιο με το πούλμαν
– Ακου, με πήραν από το λιμεναρχείο πως πρέπει να πάμε στο κέντρο υγείας στο Μαρκόπουλο γιατί κάτι έπαθε. Μάλλον δεν είναι κάτι σοβαρό…
Μέχρι να φτάσουμε στο κέντρο υγείας είχα κάνει δέκα διαφορετικά σενάρια, κανένα όμως δεν έπεσε μέσα.
Φτάνοντας στο κέντρο υγείας βρίσκω την γιατρό εφημερίας.
– Καλησπέρα σας έχουν φέρει μια κυρία Κ…δου. Μπορώ να την δω;
– Όχι δεν έχουμε καμία με τέτοιο όνομα
– Μα δεν γίνεται, μας κάλεσαν από το λιμεναρχείο και μας είπαν να έρθουμε εδώ.
– Σας λέω δεν έχουμε τέτοιο όνομα. Να δείτε το αρχείο εισερχομένων ασθενών
– Εδώ έχετε μια κυρία χωρίς στοιχεία, που βρίσκεται
– Α ναι βεβαίως, στο ψυγείο…
–
Δε χρειάστηκε καν να σηκώσουν το σεντόνι για να καταλάβω πως ήταν εκείνη. Δεν πλησίασα, δεν ήθελα να την θυμάμαι έτσι. Την επίσημη αναγνώριση την έκανε η κολλητή της.
Από εκείνη την στιγμή έγινα ένα ρομπότ, τακτοποιησα τα πάντα. Την εντυσα με τα αγαπημένα της ρούχα, αυτά που φορούσε στη βάφτιση της μεγάλης μου κόρης. Της έκανα την κηδεία που θα ήθελε. Την τιμησα όσο της άξιζε…
Στο τραπέζι μετά την κηδεία, η κουμπάρα μου μου είπε:
– Ξέρω πως θα σου φανεί σκληρό αυτό που θα σου πω, αλλά να χαίρεσαι που τηρήθηκε η σειρά. Που εθαψες εσύ την μάνα σου, έστω και πρόωρα και όχι αυτή εσένα.
Ομως για τόσες μάνες, για τόσα παιδιά δεν τηρήθηκε η σειρά…
–
αναδημοσίευση από την ομάδα Untold Stories , συντάκτρια Katerina Vrenda
–